απομίμηση — η (AM ἀπομίμησις) τέλεια μίμηση νεοελλ. 1. αντιγραφή πρωτοτύπου, κατασκευή ομοιώματος 2. παραποίηση με σκοπό την εξαπάτηση, πλαστογραφία, παραχάραξη 3. συνεκδ. αντίγραφο, πανομοιότυπο … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
ονοματοποιία — Όρος που χρησιμοποιείται για τον χαρακτηρισμό λέξεων, των οποίων το φωνητικό σώμα είναι απομίμηση του πραγματικού ήχου του πράγματος στο οποίο αναφέρεται η λέξη. Τέτοιες είναι για παράδειγμα οι λέξεις τικ τακ, μπουμπουνίζω, γαργάρα, τσιρίζω, φάπα … Dictionary of Greek
λίβανος — Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β, Α και ΝΑ με τη Συρία, στα Ν με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο θάλασσα.Περιλαμβανόμενη μεταξύ της οροσειράς του Aντιλιβάνου και της Mπαχρ ελ Mουτεουάσιτ, η Δημοκρατία … Dictionary of Greek
μίμηση — η (ΑΜ μίμησις) [μιμούμαι] 1. το να μιμείται κανείς κάποιον ή κάτι, απομίμηση, σε αντιδιαστολή προς την πρωτοτυπία («καὶ τυραννίδος μᾱλλον ἐφαίνετο μίμησις ἡ στρατηγία», Θουκ.) 2. το έργο που προέρχεται από απομίμηση, ομοίωμα («το έργο αυτό δεν… … Dictionary of Greek
παρωδία — Λογοτεχνική σύνθεση ή θέαμα (πρόζας, επιθεώρησης, χορού, μουσικής, κινηματογράφου) που παρωδεί το περιεχόμενο ή το ύφος και τη γλώσσα ενός άλλου κειμένου ή θεάματος. Το έργο που παρωδείται πρέπει να πληρεί δύο προϋποθέσεις, να είναι σοβαρό και να … Dictionary of Greek
φνεί — Α 1. κωμική απομίμηση τού ρινικού ήχου φν. 2. (στον Αριστοφ.) απομίμηση φωνής πτηνών … Dictionary of Greek
Ρουμανία — Κράτος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Β με την Ουκρανία, στα Δ με την Ουγγαρία και τη Σερβία, στα Ν με τη Βουλγαρία, ενώ στα Α βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα.H Pουμανία ανήκει στην παραδουνάβια Eυρώπη κι εισχωρεί σαν σφήνα στο σλαβικό… … Dictionary of Greek